menu

ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

Παρασκευή 7 Ιουνίου 2013

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΑΓΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ


ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΒΙΟΣ
Ο Άγιος Παναγής Μπασιάς, γεννήθηκε στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς το 1801 και ήταν γιóς επιφανών γονέων του Μιχαήλ Τυπάλδου - Μπασιά και της Ρεγγίνας Δελαπόρτα. Λόγω της καλής οικονομικής του κατάστασης, έλαβε τεράστια θεολογική και φιλοσοφική κατάρτιση και μόρφωση. Oμιλούσε δε ιταλικά, γαλλικά και λατινικά. Σε πολύ μικρή ηλικία χειροτονήθηκε αναγνώστης και εν συνεχεία υπηρέτησε ως γραμματοδιδάσκαλος σε κάποιο δημοτικό σχολείο. Tο 1836 χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος και έλαβε το όνομα Παΐσιος από τον τότε Μητροπολίτη Κεφαλληνίας Παρθένιο. Δεν ανέλαβε ποτέ εφημεριακή θέση, αλλά λειτουργούσε στο εξωκλήσι του Αγίου Σπυρίδωνα στο Πλατύ Γιαλό, όπου συνέρε πλήθος πιστών για να λειτουργηθεί, να ακούσει τα θερμά και υψηλά θεολογικού επιπέδου κηρύγματά του και να κοινωνήσει από τα άγια χέρια του. Επιδόθηκε σε όλη του τη ζωή σε έργα φιλανθρωπίας και διακονίας των πασχόντων και αδυνάτων. Tο 1846 αρρώστησε από κάποια νευρική ασθένεια (άλλοι λένε ότι επρόκειτο για «κατά Χριστόν σάλο») και μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1867 τον περιποιούνταν ο εξάδελφός του Ιωάννης Κερουλάνος, ο οποίος τον ευλαβούνταν πολύ. Αν και για μία πενταετία ήταν κατάκοιτος (1882-1887) εν τούτοις πλήθος χριστιανών πήγαινε να τον συμβουλευθεί, να εξομολογηθεί και να πάρει την συμβουλή και την ευχή του. Εκοιμήθη ειρηνικά, στις 7 Ιουνίου 1888 και αγιοποιήθηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 4 Φεβρουαρίου 1986. Μαρτυρούνται πολλά θαύματά του πριν και μετά την οσιακή κοίμησή του.


ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ.
Ὁ Γεράσιμος Δρακόπουλος, ἄκουσε ἀπὸ τὸν πατέρα του τὰ ἑξῆς:
Εἰς τὸ Ἀργοστόλιον, ζοῦσε μιὰ οἰκογένεια ἀρχοντικὴ καὶ πολὺ πλουσία, ἥτις ἀπετελεῖτο ἀπὸ 4 ἄτομα, τὸν σύζυγον, τὴν σύζυγον καὶ δύο ἄῤῥενα τέκνα. Οἰκογένεια λίαν εὐσεβὴς καὶ ἐνάρετος, ἀκόμη περισσότερον ἡ κυρία, τῆς ὁποῖας ἡ ζωὴ ἦτο πλήρης ἀγαθοεργῶν πράξεων.
Μετὰ πάροδον ἐτῶν ἐκοιμήθη ὁ σύζυγος καὶ ἔμεινε ἡ χήρα μὲ τὰ δύο τέκνα της. Αὐτὴ ἐπεδόθη εἰς τὸ νὰ διαπαιδαγωγῆ καὶ νὰ νουθετῆ τὰ τέκνα της ἐπὶ τὸ χριστιανικώτερον, συνάμα ἐπεξέτεινεν ταὴν ἀνθρωπιστικὴν δρᾶσιν της, βοηθοῦσα κάθε πτωχόν, ἐπισκεπτομένη ἀσθενεῖς εἰς νοσοκομεῖον καὶ καταδίκους ἐν φυλακαῖς.
Ὅταν τὸ πρῶτο τέκνο της ἔφθασε εἰς ἡλικίαν 21 ἐτῶν, ἕνα βράδυ, καθήμενοι μετὰ τὸ δεῖπνον εἰς τὴν τραπεζαρίαν, ἠσθάνθη ἕναν ἰσχυρὸν πόνον εἰς τὴν κεφαλήν, καὶ ἀμέσως ἔπεσε κάτω ἀναίσθητο, τὸ ἔβαλαν εἰς τὸ κρεββάτι καλέσαντες πάραυτα τὸν γιατρόν, οὗτος διεπίστωσεν σοβαρωτάτη κατάστασιν, προετοιμάσας τὴν κυρίαν διὰ τὸ μοιραῖον. Ἡ κυρία, ἀκούσασα ταύτα κατέφυγε εἰς τὸ εἰκονοστάσιον της καὶ γονυκλινὴς ὅλη τὴν νύκτα ἐδέεττο εἰς τὴν Παναγίαν διὰ τὴν σωτηρίαν τοῦ υἱοῦ της. Τὸ πρωί, δυστυχῶς ἀπεβίωσεν τὸ παιδί της. Αὕτη, παρ’ ὅλο τὸ πένθος καὶ τὴν λύπην της, συνέχισε τὴν ἀνθρωπιστικὴ καὶ χριστιανικὴ δρᾶσιν της. Μετὰ πάροδον ὅμως ἑνὸς ἔτους, ἕνα βράδυ, εὑρισκόμενη πάλιν μετὰ τοῦ ἕτερου υἱοῦ της εἰς τὴν τραπεζαρίαν βλέπει ἀπροόπτως τὸ παιδί της νὰ βγάζει μίαν κραυγὴν πόνου καὶ νὰ πίπτη κάτω ἀναίσθητο ὅπως καὶ τὸ πρῶτό της. Ἀμέσως ἐκάλεσε τὸν ἰατρόν, ὁ ὁποῖος διεπίστωσε τὴν ἴδια κατάστασιν. Αὕτη κλαίουσα καὶ ἐν ἀπελπισίᾳ εὑρισκομένη κατέφυγεν πάλιν εἰς τὸ εἰκονοστάσιον καὶ γονυκλινὴς ὅλη τὴν νύκτα παρεκάλει τὸν Θεόν, τὴν Παναγία, καὶ τὸν Ἅγιον Γεράσιμον ὅπως σώσουν τὸ παιδί της. Δυστυχῶς, τὴν ἑπομένην ἀπεβίωσε καὶ ὁ 2ος γιός της.
Τότε, ἡ κυρία ἐκμανεῖσα μετεβλήθη εἰς θηρίον ἀνήμερον, παύσασα τελείως τὴν προηγουμένην δρᾶσίν της, ὑβρίζουσα συνεχῶς τὸν Θεὸν καὶ τοὺς Ἁγίους, μὴ δεχομένη κανέναν εἰς τὴν οἰκίαν της. Ἔδωσε δύο φωτογραφίας τῶν παιδιῶν της εἰς ζωγράφον νὰ τῆς φτιάξη τὰ δύο ποτραῖτα εἰς φυσικὸν μέγεθος, τὰ ὁποῖα τὰ ἐπλαισίωσεμὲ πολυτελῆ πλαίσια καὶ ἐκκενώσασα τῶν ἐπίπλων τὸ σαλόνι, τὰ ἐκρέμασε τὸ ἕνα ἀπέναντι τοῦ ἄλλου, καλύψασα αὐτὰ μὲ τούλι, τοποθετήσασα κάτωθεν αὐτῶν κηροπήγιον μὲ μίαν λαμπάδα τὰς ὁποίας κάθε τόσον ἤναπτε καὶ ἀτενίζουσα τὰ τέκνα της, συζητοῦσε μὲ αὐτά.
Μίαν τῶν ἡμερῶν, ὁ παπᾶ-Μπασιᾶς ἐμβὰς εἰς πλοιάριον ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην ἐκτελοῦσαν τὸ πέρασμα Ληξουρίου-Ἀργοστολίου ἐπῆγε εἰς Ἀργοστόλιον. Ἐξελθὼν τοῦ πλοιαρίου, μὲ τὴν ῥάβδον του σιγὰ σιγά, ἐπήγαινε κατευθεῖαν εἰς τὴν οἰκίαν τῆς κυρίας αὐτῆς. Φθάσας ἐκεῖ χτύπησε τὴν θύρα, βγῆκε εἰς τὸ παράθυρο ἡ κυρία καὶ ἰδοῦσα τὸν παπᾶ-Μπασιᾶ τὸν ὁποῖον δὲν γνώριζε ἐξεμάνη, ὑβρίζουσαν αὐτὸν μὲ τὰς χυδαιοτέρας φράσεις. Ὁ παπᾶ-Μπασιᾶς δίχως νὰ ταραχθῆ, ἥρεμα ἥρεμα τὴν παρακάλεσε τρὶς νὰ τοῦ ἀνοίξη, ποὺ ἤθελε κάτι νὰ τῆς πῆ. Αὕτη ἔτι περισσότερον συνέχιζε νὰ τὸν ὑβρίζη. Τότε ὁ παπᾶ-Μπασιᾶς, τῆς εἶπε: Ἤ μοῦ ἀνοίγης, ἤ ἀνοίγω· καὶ μὲ τὴν ῥάβδον του ἔκανε τὸ σημεῖον τοῦ σταυροῦ εἰς τὴν πόρταν, ἥτις αὐτομάτως ἤνοιξε καὶ ἤρχισεν νὰ ἀνέρχεται τὴν κλίμακα.
Ἡ κυρία, ἰδοῦσα αὐτὸ ἔμεινε ἄφωνος. Ὁ παπᾶ-Μπασιᾶς προχώρησε κατευθεῖαν εἰς τὸ σαλόνι, εἰπὼν εἰς τὴν κυρίαν νὰ τὸν ἀκολουθήση καὶ τῆς λέει: Κάθισε εἰς τὴν γωνίαν καὶ θὰ δῆς κάτι ποὺ δὲν τὸ περίμενες. Σταθεὶς ἐπ’ ὀλίγον εἰς προσευχήν, ὁ παπᾶ-Μπασιᾶς βλέπει ἡ κυρία νὰ σηκώνονται τὰ δύο σκεπάσματα τῶν εἰκόνων τῶν παιδιῶν της καὶ νὰ κατέρχονται ζωντανά, εἰς τὸ μέσον τοῦ δωματίου, νὰ ἐξάγουν ταυτοχρόνως δύο περίστροφα, ταυτοχρόνως νὰ πυροβολῆ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον καὶ οἱ δύο ταυτοχρόνως νὰ πίπτουν νεκροὶ ἐπὶ τοῦ δαπέδου. Κατόπιν τοῦ γεγονότος τούτου εὑρέθησαν τὰ προταῖτα ὡς πρότερον σὰν νὰ μὴν εἶχε συμβῆ τίποτε.
Ἡ κυρία ἄφωνος καὶ ταραγμένη παρακολουθοῦσε τὰ διατρέξαντα καὶ τότε ὁ παπᾶ-Μπασιᾶς τῆς λέει: Κυρία μου, ὁ Θεὸς διὰ νὰ σὲ ἀγαπᾶ σὲ φύλαξε νὰ μὴ δῆς αὐτὸ ποὺ εἶδες τώρα καὶ ἐπῆρε μαζί του τὰ δύο τέκνα σου διὰ φυσικοῦ θανάτου, διότι τὰ δύο σου τέκνα εἶχαν ἀγαπήσει τὴν ἴδια γυναῖκα καὶ ἐπρόκειτο νὰ σκοτωθοῦν διὰ τοῦ τρόπου αὐτοῦ. Ὡς ἐκ τούτου νὰ μεταμεληθῆς καὶ νὰ εὐχαριστῆς ταὸν Θεόν, καὶ νὰ συνεχίσης τὴν προτέραν σου χριστιανικὴν δρᾶσιν.
Πραγματικά, αὐτὴ μεταμεληθεῖσα ἐπεδόθη ψυχῇ καὶ σώματι εἰς τὴν προτέραν της δρᾶσιν καὶ εἰς μεγαλυτέραν κλίμακα


▣ Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου