menu

ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Γιατί γονατίζουμε τρεις φορές στον Εσπερινό της Πεντηκοστής (Αγίου Πνεύματος);


Κατά την «έσχατη» και «μεγάλη» και «σωτήρια» ημέρα της Πεντη-
κοστής, κατά την οποία μας  αποκαλύφθηκε  και  προσκυνούμε  και 
δοξάζουμε το μέγα μυστήριο της Αγίας και Ομοουσίου και Ζωοποι-
ού και Αδιαιρέτου και Ασυγχύτου Τριάδας, του  Ενός  και  Μοναδι-
κού Θεού, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, αμέ-
σως μετά την πανηγυρική Θεία Λειτουργία, τελούμε τον «Εσπερι-
νό της Γονυκλισίας», κατά τον οποίο ψάλλουμε  ύμνους  αφιερωμέ-
νους κατ’ εξοχήν στο Πανάγιο Πνεύμα, το τρίτο Πρόσωπο  της  Τρι-
σηλίου Θεότητας, που είναι  «φως και  ζωή  και  ζώσα  πηγή  νοερά. 
Πνεύμα σοφίας, Πνεύμα συνέσεως, αγαθόν, ευθές, νοερόν,ηγεμονεύ-
ον, καθαίρον τα πταίσματα, Θεός και θεοποιούν, πυρ εκ  πυρός  προ-
ϊόν, λαλούν, ενεργούν, διαιρούν τα χαρίσματα».
Αμέσως μετά την «Είσοδο» του Εσπερινού, κι αφού ψαλεί το «Φως 
ιλαρόν» και το πανηγυρικό Μέγα Προκείμενο «Τίς Θεός Μέγας ως 
ο Θεός ημών; Συ ει ο Θεός, ο ποιών θαυμάσια μόνος!» σε ήχο βαρύ, 
μεγαλόπρεπο, αντάξιο του νοήματος και του μηνύματός του, ο Διά-
κονος μας καλεί, κλήρο και λαό, να γονατίσουμε και ν’ απευθύνου-
με στο Θεό γονυπετείς λόγο ικεσίας:  
 
«Έτι και έτι, κλίναντες τα γόνατα, του Κυρίου δεηθώμεν».
 
Από τη λαμπροχαρμόσυνη αγία ημέρα του Πάσχα μέχρι και  σήμερα, 
η γονυκλισία ήταν απαγορευμένη. Σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες, 
και για να υπογραμμίζεται το χαρούμενο και σωτήριο μήνυμα των α-
ναστάσιμων βιωμάτων της Εκκλησίας, η προσευχή  των  Ορθοδόξων 
γίνεται«ορθοστάδην». Σε όρθια δηλαδή στάση,  και όχι  με  γονυκλι-
σία. Όμως την ώρα τούτη το «ορθοστάδην» παραμερίζεται, όχι  μόνο 
για να χαιρετίσουμε θεοπρεπώς το Πανάγιο Πνεύμα,  «δι’ ου   Πατήρ 
γνωρίζεται και Υιός δοξάζεται, και παρά πάντων γινώσκεται  μία  δύ-
ναμις, μία σύνταξις, μία προσκύνησις τής Αγίας Τριάδος», μα και για 
να πούμε κατά πως ταιριάζει σε παραστρατημένους, όπως είμαστε  ό-
λοι μας, χωρίς εξαίρεση, το «ημάρτομεν!», και να ζητήσουμε  το  έλε-
ος του Θεού, την άφεση, την κάθαρση, τη συγγνώμη.
Τη γονυκλισία την ονομάζει ο λαός μας και «μετάνοια». Γιατί η  στά-
ση του μετανοούντος είναι το «κλίνειν τα γόνατα». Κάτω  τα  γόνατα, 
κάτω και το πρόσωπο. σημαίνει απλούστατα: «Θεέ μου, βρίσκομαι κά-
τω. Είμαι πεσμένος. Έχω καταντήσει “γη και σποδός”. Σήκωσέ με. Α-
νάστησέ με. Σώσε με!…». Έτσι, σήμερα που ήρθε στον κόσμο ο Παρά-
κλητος, το Πνεύμα της  Αληθείας  το  «καθαίρον  (που καθαρίζει)   τα 
πταίσματα», καλούμαστε να πάρουμε στάση  (όχι  μόνο  σώματος,  μα 
και ζωής!) μετανοούντος:

«Έτι και έτι, κλίναντες τα γόνατα, του Κυρίου δεη­θώμεν»

Στην Κρήτη λένε οι παλαιότεροι: «Και  στην  κορυφή  του  βουνού  να 
βρεθείς τούτη την ημέρα ολομόναχος, θα πρέπει να γονατίσεις και   να 
κάμεις το σταυρό σου». Και κρύβουν τα λόγια τούτα την αίσθηση  της 
πραγματικής μετοχής στη ζωή του Ενός Σώματος της Εκκλησίας,  ανε-
ξάρτητα από εξωτερικές συνθήκες. Την αίσθηση της εν Θεώ τω εν Τρι-
άδι οργανικής ενότητας των πιστών, όπου  κι αν οι συγκυρίες της ζωής 
τους θέλουν να βρίσκονται… Και γονατίζει ο πιστός όπου  κι αν  είναι: 
Στην εκκλησιά του· στο σπίτι του ή στο νοσοκομείο, αν είναι άρρωστος·
στο πλοίο του, αν θαλασσοπορεί·  στο βουνό  στον  κάμπο·  στη  στάνη· 
στο δάσος· στην ξενιτιά· στο κάτεργο· στη φυλακή…  Όπου  βρίσκεται!
 
«Έτι και έτι, κλίναντες τα γόνατα, του Κυρίου δεη­θώμεν»

Η πρώτη Ευχή της Γονυκλισίας απευθύνεται στον «Άχραντο, αμίαντο, 
άναρχο, αόρατο, ακατάληπτο, ανεξιχνίαστο,  αναλλοίωτο,  ανυπέρβλη-
το, αμέτρητο, ανεξίκακο Κύριο», τον «Πατέρατου Κυρίου και Θεού και 
Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού» και Τον παρακαλεί,  με  μόνο συνήγορό 
μας τη δική Του «συμπάθεια», να μας δεχθεί καθώς προσπέφτουμε ενώ-
πιον Του μετανοημένοι και φωνάζοντας το «ημάρτομεν!».   Του θυμίζει 
πως από τη μήτρα της μητέρας μας ήδη, Αυτόν μονάχα είχαμε  για  Θεό 
μας, αλλά, επειδή τη ζωή μας τη χαραμίσαμε στη  ματαιότητα,  μείναμε 
γυμνοί από τη βοήθειά Του και δεν έχουμε λόγια  για  ν’ απολογηθούμε. 
Όμως παίρνουμε Θάρρος από τους οικτιρμούς Του και κράζουμε: «Αμα-
ρτίας νεότητος ημών και αγνοίας μη μνησθής, και εκ των κρυφίων ημών 
καθάρισον ημάς».(Μη θυμηθείς τις αμαρτίες που κάναμε στα νιάτα μας, 
όταν είχαμε άγνοια των εντολών Σου, και από τα  κρυφά  και  ανομολό-
γητα κρίματα της καρδιάς μας καθάρισέ μας).  Του ζητά, πριν βρεθούμε 
πίσω στο χώμα, σ’ Αυτόν να μας αξιώσει να επιστρέψουμε! Να ζυγομε-
τρήσει τις αμαρτίες μας με  τους οικτιρμούς  Του  και  ν’ αντιπαραθέσει 
την άβυσσο των οικτιρμών και του ελέους Του στο  πλήθος των πλημμε-
λημάτων μας! Να μας ρύσει, να μας  γλυτώσει  από  την  αβάσταχτη τυ-
ραννία του διαβόλου! Ν’ ασφαλίσει  τη ζωή μας μέσα στους άγιους  και 
ιερούς Του νόμους και να μας συνάξει όλους στη Βασιλεία Του. Και κα-
ταλήγει ικετευτικά: «Δος συγγνώμη σε όσους ελπίζουν σε Σένα… καθά-
ρισέ μας με την ενέργεια του Αγίου Σου Πνεύματος».
 
Πρόκειται για προσευχή «αντρίκια»! Εξομολογητική, χωρίς προσπάθει-
ες άσκοπης δικαιολογίας ή αποποιήσεως  ευθυνών.  «Ημάρτομεν!»  «Α-
μαρτίας νεότητος ημών και αγνοίας μη μνησθής!»  «Εκ  των κρύφιων η-
μών καθάρισον ημάς!» «Δος συγγνώμην τοις ελπίζουσιν επί Σε!» Δεν εί-
ναι λόγια αυτά! Είναι βέλη που σαϊτεύουν την πατρική καρδιά του Ανεξί-
κακου και Πολυέλεου και Φιλάνθρωπου Θεού!…
 
«Έτι και έτι, κλίναντες τα γόνατα, του Κυρίου δεηθώμεν»

Η δεύτερη Ευχή απευθύνεται στο Κύριο ημών Ιησού Χριστό, το «απαύ-
γασμα του Πατρός»( που πηγάζει από τον πατέρα), τον «της ουσίας   και 
της φύσεως Αυτού απαράλλακτον και αμετακίνητον    χαρακτήρα»,  την
«πηγή της σωτηρίας και της χάριτος» και Του ζητά να μας ανοίξει Αυτός, 
ο «διδούς ευχήν τω εύχομένω»(αυτός που δίνει προσευχή στον προσευχό-
μενο), τα αμαρτωλά μας χείλη και να μας διδάξει «πώς δει  και  υπέρ ων 
χρή προσεύχεσθαι» – ρεαλιστική παραδοχή πως χωρίς Αυτόν, ούτε να Τον 
ζητήσουμε μπορούμε, ούτε να Του ζητήσουμε τα συμφέροντα ξέρουμε. Κι 
αφού Του δηλώσει με ταπείνωση πως περιμένουμε η ευσπλαχνία Του να νι-
κήσει το άμετρο πλήθος των αμαρτιών μας. Του λέει πως με φόβο θείο στε-
κόμαστε μπροστά Του, έχοντας ρίξει την απελπισία  της ψυχής  μας  μέσα 
στου ελέους Του το πέλαγος, και Του ζητάει για λογαριασμό μας: «Κυβέρ-
νησε μου την ζωήν… και γνώρισέ μου το δρόμο που θα  πορευτώ».    «Το 
Πνεύμα της Σοφίας Σου, χάρισε στη σκέψη μου. Πνεύμα συνέσεως δώρι-
σε στην «αφροσύνη» μου. Τα έργα μου ας τα κατευθύνει πνεύμα θεοφοβί-
ας. Πνεύμα ευθές και ηγεμονικό μη μου στερήσεις, για ν’ αξιωθώ, με του 
Αγίου Πνεύματος την καθοδήγηση, να εργάζομαι τις εντολές Σου και πά-
ντοτε να νιώθω την παρουσία Σου». Και κορυφώνει: «Την Σην ικετεύω α-
γα­θότητα. Όσα ηυξάμην απόδος μοι εις σωτηρίαν»(την καλοσύνη Σου ικε-
τεύω: Όσα σχετικά με τη σωτηρία μου Σου ζήτησα προσευχόμενος, χάρισέ 
μου), για να Του υπογραμμίσει πιο κάτω πως Αυτός είναι η μοναδική μας ε-
λπίδα, παρά τις αμαρτίες μας: «Σε Σένα μόνο αμαρτάνουμε, αλλά και Σένα 
μόνο λατρεύουμε.
 
Δεν ξέρουμε να προσκυνούμε άλλο  Θεό, ούτε να υψώνουμε ικετευτικά τα 
χέρια μας σε κάποιο άλλο Θεό ». Κι αυτός ο τονισμός ότι Αυτός είναι ο μο-
ναδικός μας Θεός, το μοναδικό μας, δηλαδή, και έσχατο καταφύγιο, θέλει -
αν μπορούμε να το πούμε έτσι (χωρίς, πάντως, άσεβη διάθεση)- να κινήσει 
το φιλότιμο του Θεανθρώπου να μας δώσει χέρι βοηθείας, να μας χαρίσει 
την άφεση και τα προς σωτηρία αιτήματα, δεχόμενος τη γονυκλισία και την 
προσευχή μας, «ως θυμίαμα δεκτό, αναλαμβανόμενο ενώπιον της υπεράγα-
θης Βασιλείας Του».
 
 
Είναι και τούτη η ευχή  μια  προσευχή  τολμηρή.  «Σοι  μόνω  αμαρτάνομεν, 
αλλά και Σοι μόνω λατρεύομεν». Δεν ξέρουμε να προσκυνούμε ξένο θεό, ού-
τε να υψώνουμε χέρια ικετευτικά σ’ άλλο θεό έξω από Σένα! Ομολογία πτώ-
σεως, φθοράς, εξαχρειώσεως, έσχατου κινδύνου! Αλλά ταυτόχρονα και ομο-
λογία πίστεως, θεοφοβίας, ζωντανής ελπίδας σ’  Αυτόν  που είναι  « η  ελπίς 
πάντων των περά­των της γης» (Ψαλμ. 64: 6), και αγάπης λατρευτικής γι’ Αυ-
τόν που «πρώτος ηγάπησεν ημάς» (Α’ Ίωάν. 4: 19).Προσευχή δίχως φαρισαϊ-
σμούς και υποκρισίες. Σωστό ξέσπασμα αληθινά ορθόδοξης καρδιάς!…
 
«Έτι και έτι κλίναντες τα γόνατα, του Κυρίου δεηθώμεν».
 
Ακολουθεί η τρίτη Ευχή, που απευθύνεται κι αύτη στο δεύτερο Πρόσωπο της 
Υπερουσίου Τριάδος, που είναι «η πηγή που πάντοτε και ασταμάτητα αναβλύ-
ζει ζωή και φως, η δημιουργική Δύναμη που είναι αιώνια όπως ο Πατέρας,  Ε-
σύ που εκπλήρωσες κατά τον καλύτερο τρόπο, πανέμορφα, ό,τι χρειαζόταν για 
τη σωτηρία των ανθρώπων», Ιησούς Χριστός,  που  έλυσε  τους  άλυτους  δεσ-
μούς του θανάτου και έσπασε του άδη τα κλειδιά και καταπάτησε τα πλήθη των 
πονηρών πνευμάτων, και πρόσφερε τον Εαυτό Του για χατίρι  μας «άμωμον  ιε-
ρείον»(αψεγάδιαστη θυσία) και θυσία άχραντη, και  με  θεόσοφο  δόλωμα αγκί-
στρωσε τον «αρχέκακο και βύθιο δράκοντα»  και  τον  δέσμευσε  για πάντα, και 
τον κατέστησε αδύναμο κι ανίσχυρο, να περιμένει το «πυρ το άσβεστο» (Μάρκ. 9: 45) 
και το «σκότος το εξώτερο» (Ματθ. 25: 30).
 
Απευθύνεται στον Υιό που είναι «η μεγαλώνυμος Σοφία  του Πατρός»,   «αΐδιον 
φως εξ αϊδίου φωτός. Ήλιος δικαιοσύνης» και Τον καθικετεύει:. Συ που μας αξί-
ωσες να φτάσουμε σ’ αυτή τη μεγάλη ήμερα της Πεντηκοστής, δέξου ακόμα μια 
ικεσία μας. Όχι για μας τους ίδιους τούτη τη φορά,  μα  γι’  αυτούς  που  έφυγαν 
πριν από μας. Για τους κεκοιμημένους συγγενείς μας κατά σάρκα και όλους  τους  
«οικείους της πίστεως». Συ που και κατ’ αυτή τήν «παντέλεια» και «σωτηριώδη» 
εορτή μας αξίωσες να δέχεσαι «ιλασμούς ικεσίους»  γι’  αυτούς  που  βρίσκονται 
στον Αδη, δίνοντας μας μεγάλες ελπίδες, άκουσε τη φωνή μας που αξιοσυμπάθη-
τα Σου απευθύνουμε: «Ανάπαυσον τας ψυχάς των δούλων Σου  των  προκεκοιμη-
μένων», εκεί που υπάρχει, το φως κ’ η δροσιά κ’ η αναψυχή, εκεί που δεν υπάρχει 
πόνος, λύπη ή στεναγμός. Ανάπαυσε τα πνεύματά τους με τους δικαίους, γιατί αυ-
τοί που βρίσκονται στον Άδη δεν μπορούν να Σου ζητήσουν συγγνώμη, αλλά μο-
νάχα εμείς που ζούμε Σε ευλογούμε και Σε ικετεύουμε και τις εξιλαστήριες  ευχές 
και ιερουργίες Σου προσφέρουμε για τις ψυχές τους!
 
Κι επισυνάπτεται σ’ αυτή και δεύτερη Ευχή  υπέρ  των  τεθνεώτων,  των  νεκρών, 
απευθυνόμενη σ’ Αυτόν που είναι «της αναστάσεως η μών Αρχηγός και των βεβι-
ωμένων(όσων πράξαμε) αδέκαστος και φιλάνθρωπος Κριτής και της μισθαποδοσί-
ας Δεσπότης και Κύριος», ικετεύοντας Τον:  «Ανάπαυσον  πάντας,  τους  πατέρας 
εκάστου και μητέρας και αδελφούς και αδελφάς και τέκνα, και ει τι άλλον ομογε-
νές και ομόφυλον, και πάσας τας προαναπαυσαμένας ψυχάς επ’ ελπίδι αναστάσε-
ως, ζωής αιωνίου, και κατάταξον τα πνεύματα αυτών και τα ονόματα εν βίβλω ζω-
ής», στην αγκαλιά του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, στη Χώρα των Ζώντων, 
στη Βασιλεία των ουρανών, στον Παράδεισο. Και ανάστησε και τα σώματα όλων 
μας κατά την αγία ήμερα της επαγγελίας Σου. Γιατί είναι αλήθεια πως δεν υπάρχει 
θάνατος για τους δούλους του Θεού, μα φεύγουν απ’ το σώμα κι έρχονται σε Σένα, 
τον Κύριο. Φεύγουν από τα λυπηρά κι έρχονται «στα καλύτερα και τα  πιο ευχάρι-
στα», σε Σένα, που είσαι η ανάπαυση και η χαρά!
 
Ζητά γι’ άλλη μια φορά συγχώρηση αμαρτημάτων για όλους, ζώντες  και  κεκοιμη-
μένους, από τον μόνο Αναμάρτητο: «Δος μας συγγνώμη, άφεση και συγχώρηση για 
τα παραπτώματά μας, τα θεληματικά και τα αθέλητα,  αυτά  που  κάναμε  ξέροντας 
πως  είναι  κρίματα,  και αυτά που κάναμε έχοντας άγνοια,  τα  φανερά,  τα  κρυφά, 
όσα διαπράξαμε με έργα, με το λογισμό μας και με λόγια, κάθε συναναστροφή και 
σε κάθε κίνησή μας… » και καταλήγει: «Και στους μεν αποβιώσαντες δώρισε  ελευ-
θερία και άνεση δώρισε, και εμάς που είμαστε εδώ ευλόγησε, χαρίζοντας μας  το τέ-
λος της ζωής μας  καλό και ειρηνικό».
 
Λέει κάποιος Άγιος πως τίποτε δεν συγκινεί τόσο το Θεό, όσο η προσευχή  υπέρ των 
κεκοιμημένων. Επειδή «εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια», οι προαπελθόντες δεν έχουν 
πια τη δυνατότητα να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Έτσι, μοναδική φωνή   γι’ αυτούς 
είναι η φωνή μας! Μοναδική ικεσία τους η δική  μας  ικεσία!  Μοναδική   προσευχή 
τους η προσευχή μας! Για το λόγο αυτό , αυτή η τρίτη Ευχή της Γονυκλισίας έχει ξε-
χωριστή βαρύτητα και σημασία! Είναι προσευχή αγάπης και ελεημοσύνης και φιλα-
δελφίας και ευγνωμοσύνης, για πρόσωπα που βρίσκονται πια στα χέρια του Θεού!
 
«Έτι και έτι, κλίναντες τα γόνατα…»
 
Τί να προσθέσει κανείς στην τριπλή αυτή γονυκλινή ευχή της Εκκλησίας; Τί επί πλέ-
ον να ζητήσει από το Θεό; Μονάχα έναν ύμνο εκκλησιαστικό που είναι ιερή υπόσχε-
ση με την  ευκαιρία της Πεντηκοστής, ύμνο του Εσπερινού της παραμονής, διαλέγω 
σαν επίλογο καί επιστέγασμα των ταπεινών τούτων γραμμών:
 
«Εν ταις αυλαίς Σου υμνήσω Σε τον Σωτήρα του κόσμου, και κλίνας  γόνυ  προσκυ-
νήσω Σου την αήττητον δύναμιν, έν εσπέρα και πρωί και μεσημβρία, και   εν  παντί 
καιρώ ευλογήσω Σε, Κύριε»! Που θέλει να πει: «Στις εκκλησίες Σου μέσα θα  Σε  υ-
μνήσω, τον Σωτήρα του κόσμου, και θα γονατίσω να προσκυνήσω την αήττητη  δύ-
ναμή Σου, και βράδυ, και πρωί, και μεσημέρι, και κάθε ώρα και στιγμή θα Σε ευλο-
γήσω, Κύριε».
 
 http://hellas-orthodoxy.blogspot.gr/

▣ Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου