menu

ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2018

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ "ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟ"!!!


Προς
Τον π. Θεόδωρο Μπατάκα
Πρόεδρο του  «ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ»

         Σεβαστέ Πατέρα Θεόδωρε,
Διανύω τον έκτο μήνα μετά την αποφυλάκισή μου από τις αγροτικές φυλακές Κασσαβετείας και νοιώθω μεγάλη ανάγκη να σας γράψω κάποιες σκέψεις μου, ελπίζοντας πως με αυτό θα συμβάλω ελάχιστα στο Θεάρεστο και δύσκολο έργο σας, που κάθε μέρα, όλο και περισσότερο, αντιλαμβάνομαι.
Τα λάθη, οι παραλείψεις οι λάθος επιλογές κατά την διάρκεια της εκτέλεσης των επαγγελματικών μου δραστηριοτήτων, oi ατυχείς συγκυρίες και πολλά άλλα, με έφεραν αντιμέτωπο με την Δικαιοσύνη, η όποια αποφάσισε τον εγκλεισμό μου επί 21 μήνες στην φυλακή. Και, ευθύς εξ αρχής, σπεύδω να διευκρινίσω πως δεν θα διεκδικήσω, για κανέναν λόγο, το "δικαίωμα" του να ισχυριστώ το "άδικο" αυτής της απόφασης. Αντίθετα, θα δηλώσω ευθαρσώς και με ειλικρίνεια πως από νομικής πλευράς αυτή η απόφαση υπήρξε απολύτως δίκαια.
Η οικονομική μου αδυναμία να διεκδικήσω άλλου είδους δικαστική απόφαση, ενδεχομένως δεν μου επέτρεψε να χρησιμοποιήσω όλα εκείνα τα νομικά μέσα που μου παρέχει η Πολιτεία ως πολίτη της, και έτσι, δικασμένος και καταδικασμένος ερήμην και χωρίς την παραμικρή νομική προστασία και υποστήριξη, υπακούοντας στις επιταγές της Δικαιοσύνης, εξέτισα την ποινή μου, "ξεπληρώνοντας" με αυτόν τον τρόπο το αδίκημα και την υποχρέωσή μου απέναντι στην Πολιτεία και ίσως και απέναντι στην κοινωνία, της οποίας υπήρξα μέλος. Επιπλέον, σε σχέση με το τελείως θεωρητικό ερώτημα της δίκαιης η όχι δικαστικής απόφασης, θεωρώ υποχρέωσή μου να σας δηλώσω σε αυτή την επιστολή πως η "εμπειρία" μου από αυτόν τον εγκλεισμό, μου έμαθε πως ελάχιστες δικαστικές αποφάσεις μπορώ να θεωρήσω ως άδικες, σε βάρος άλλων πολιτών, πολύ δε περισσότερο σε βάρος δικό μου...
Η φυλάκισή μου, Πατέρα Θεόδωρε, μου άλλαξε τελείως τη ζωή μου και προσωπικά και κοινωνικά και επαγγελματικά. Θα μπορούσα να την χαρακτηρίσω σαν τραγωδία, αφού εξ αιτίας της, ουσιαστικά η ζωή μου ανετράπη συνολικά και απέκτησε πλέον άλλο χαρακτήρα και διαστάσεις. Ακόμη και σήμερα δεν είμαι σε θέση να αποτιμήσω το μέγεθος της καταστροφής και δεν γνωρίζω αν και στο μέλλον θα μπορέσω να το κάνω. Έχασα την οικογένειά μου, την δουλειά μου, την αξιοπρέπειά μου, την αυτοπεποίθησή μου, έχασα σχεδόν τα πάντα, εκτός από ένα: την πίστη μου και την αγάπη μου για αυτό το μοναδικό δώρο που μου χάρισε ο Θεός, τη Ζωή!
 Και ξεκίνησα τα πάντα από την αρχή και συνεχίζω. Με απίστευτες δυσκολίες, με τρομακτικά εμπόδια, με μεγάλο φόβο, με μεγάλη ψυχική κούραση, με ανείπωτη μοναξιά και σχεδόν μόνος μου... Ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό αυτούς τους 21 μήνες, πως η ζωή μου θα είναι τόσο δύσκολη, ακόμη πιο δύσκολη και από αυτήν την ίδια τη φυλακή και ως έννοια και ως πραγματικότητα. Όμως, είναι έτσι όπως σας τα γράφω, και ίσως και πιο δύσκολα… Έρεβος...!
Πατέρα Θεόδωρε,
Δεν θα έγραφα ποτέ αυτή την επιστολή, απλώς και μόνο για να σας εξιστορήσω τις όποιες δυσκολίες μου ύστερα από την αποφυλάκισή μου. Δεν είναι αυτός ο σκοπός της επιστολής. Με την επιστολή αυτή θέλω, ειλικρινά και εκ βαθέων, να εξομολογηθώ δημόσια  και να ευχαριστήσω από ψυχής, όσης μου έχει απομείνει, για όλα όσα βρήκα μπροστά μου ως βοήθεια και συμπαράσταση από την Εκκλησία, τον «Εσταυρωμένο», από εσάς προσωπικά, καθώς και από άλλους Πατέρες. Γνωρίζω πολύ καλά πως δεν έχετε ανάγκη από τις ευχαριστίες μου ούτε εσείς, ούτε οι άλλοι Πατέρες, ούτε η Εκκλησία, γιατί όλοι σας πράττετε το αυτονόητο: βοηθάτε έναν από τις χιλιάδες συνανθρώπους σας, σύμφωνα με τις επιταγές της Εκκλησίας και του Χριστού, εκτελώντας, ακούραστα και στο ακέραιο, το χριστιανικό σας καθήκον. Ούτε σκοπός αυτής της επιστολής είναι να εξυμνήσω εσάς προσωπικά ή τους άλλους Πατέρες που έτυχαν στη ζωή μου κατά τη διάρκεια αυτής της περιπέτειας που έζησα και που ζω ακόμη και σήμερα. Εγώ σήμερα, καθώς και καθ’ όλο το προηγούμενο διάστημα από την αποφυλάκισή μου έως και αυτή τη στιγμή, νοιώθω βαθιά την ανάγκη και έχω την ηθική υποχρέωση να το κάνω αυτό, να γράψω αυτή την επιστολή, ως ελάχιστη, ελαχιστότατη συμβολή στο έργο σας συνολικά, ως εκπροσώπου του «Εσταυρωμένου», ως εκπροσώπου της Εκκλησίας αλλά και ως Πατέρα και ανθρώπου. Και, τέλος, Πατέρα Θεόδωρε, υπάρχει και άλλος ένας λόγος, ίσως ο πιο σημαντικός: να καταθέσω από ψυχής τη μαρτυρία μου δημόσια, για το ποιος στ’ αλήθεια συντρέχει και στηρίζει τις χιλιάδες των κρατουμένων, τις εκατοντάδες των αποφυλακισμένων κάθε φορά, τις χιλιάδες κατατρεγμένους, τους άστεγους, τους πεινασμένους, τους ανήμπορους, τους ανέργους και δυστυχείς συνανθρώπους μας. Και αυτός δεν είναι άλλος από την Εκκλησία! Η Πολιτεία, καλώς η κακώς, δεν το κάνει, είναι ουσιαστικά απούσα, ή επειδή δεν μπορεί ή επειδή δεν γνωρίζει ή επειδή δεν έχει τον τρόπο, αλλά πάντως δεν το κάνει... Και έπεσε, για άλλη μια φορά, το βαρύ αλλά όμορφο φορτίο, πάλι στις ακούραστες πλάτες της Εκκλησίας και του «Εσταυρωμένου»...
Αυτή η επιστολή μου, ευθύς εξ αρχής, είχε και έχει σκοπό να σας καταθέσει τις σκέψεις μου και την μαρτυρία μου σχετικά με το έργο του «Εσταυρωμένου», όπως το αντιλαμβάνομαι τώρα, ως ελεύθερος πλέον πολίτης και άνθρωπος. Σε ό,τι αφορά αυτή τη δραστηριότητα του «Εσταυρωμένου» πίσω στη φυλακή, ίσως μου δοθεί κάποια άλλη στιγμή η δυνατότητα να γράψω και γι’ αυτήν. Τώρα, όμως, θα ήθελα να επικεντρώσω τις σκέψεις μου στη σημερινή μου κατάσταση και στο τι βλέπω καθημερινά να συμβαίνει γύρω μου και στη ζωή μου σε σχέση με τον «Εσταυρωμένο», με την εκκλησία, με εσάς προσωπικά, καθώς και με άλλους Πατέρες.
Από την πρώτη στιγμή που πέρασα το κατώφλι της φυλακής προς την κοινωνία, φαίνεται πως είναι η "μοίρα" του πρώην φυλακισμένου αυτή, τα προβλήματα δεν άργησαν να φανούν, μεγάλα σαν πεινασμένα θεριά να με κατασπαράξουν και να μου πάρουν ακόμα και αυτά τα ελάχιστα που μου είχαν μείνει ύστερα από 21 μήνες κατρακύλας στην απόλυτη εξαθλίωση και καταστροφή. Και τι μου είχε απομείνει? Ή, καλύτερα ειπωμένο, τι νόμιζα πως μου είχε απομείνει; Η οικογένειά μου! Προφανώς, όμως, έκανα λάθος, γιατί διαπίστωσα με συντριβή πως δεν είχα πλέον ούτε και αυτό! Και ξανά βουτιά στα Τάρταρα και στην απόλυτη ανυπαρξία. Πλέον δεν είχα τίποτε, απολύτως τίποτε, πλην του σαρκίου μου, που θεωρούσα πως μου ήταν κυριολεκτικά άχρηστο. Δεν είχα πού να μείνω, τι να φάω, πώς να ντυθώ, με τι να ντυθώ, πώς να πορευτώ, δεν ήξερα τι να κάνω, είχαν εξαφανιστεί τα πάντα, και εντός μου και εκτός μου. Κι ούτε λόγος να γίνεται για, έστω λίγη, τοσοδούλα χαρά που βρισκόμουν έξω από την φυλακή. Τίποτε! Από την πρώτη στιγμή στα βαθιά ή, καλύτερα, για να είμαι πιο ακριβής, από την πρώτη στιγμή στα πολύ βαθιά, στα πολύ πιο βαθιά ακόμη και από αυτή την άβυσσο της φυλακής, στα άπατα...
Φοβήθηκα, Πατέρα Θεόδωρε, φοβήθηκα πολύ, τρόμαξα, σκοτείνιασε ο κόσμος γύρω μου, το μυαλό μου έπαψε να λειτουργεί, η ψυχή μου στέγνωσε τελείως, δεν ανέπνεε, δεν έβλεπα τίποτε, μόνον ένα τέλος, ένα θλιβερό τέλος, που σκαφτόμουν πως ίσως δεν μου άξιζε... Και εκεί που απλώς είχα αποφασίσει να περιμένω ήσυχα αυτό το τέλος, ξαφνικά κάτι άλλαξε και σαν ύστατη προσπάθεια για να μην παραδοθώ αμαχητί, έτσι για την τιμή των όπλων που ακόμη ενστικτωδώς διέθετα, βρέθηκα μπροστά σας. Βρέθηκα μπροστά σας και ένοιωσα το χέρι σας στο κεφάλι μου έτσι όπως ένοιωθα παιδί από το χέρι του συγχωρεμένου πατέρα μου, όταν με χάιδευε στο κεφάλι.. Βρέθηκα μπροστά σας και είδα ύστερα από 21 μήνες, με ελάχιστες, ελαχιστότατες εξαιρέσεις, ένα μεγάλο, πλατύ, αληθινό χαμόγελο, γεμάτο αγάπη και συμπόνια βαθιά.
Βρέθηκα μπροστά σας και ύστερα από 21 μήνες άκουσα λέξεις αληθινές, ανθρώπινες, στοργικές, γεμάτες ζωή, χαρά και ελπίδα. Βρέθηκα μπροστά σας και στιγμή προς στιγμή άρχισα να καταλαβαίνω πως εκείνο το "τέλος" απομακρυνόταν από εμένα, στιγμή προς στιγμή άρχισα να καταλαβαίνω πως πια δεν είμαι μόνος, πως υπάρχει ένας έστω που μπορεί και βγάζει το χαμόγελο από την ψυχή του και μου το χαρίζει απλόχερα...
Ξαναβρήκα τις ανάσες μου, ξανάνιωσα πως ζωντανεύω, πως συνεχίζω να υπάρχω, πως καμία μάχη, μικρή ή μεγάλη, από αυτές που έδωσα δεν πήγε και δεν θα πάει χαμένη. Και το πιο σπουδαίο απ’ όλα, Πατέρα Θεόδωρε, άρχισα να καταλαβαίνω στ’ αλήθεια πως το "τέλος" δεν το ορίζουμε εμείς αλλά κάποιος Άλλος!
Δεν πρόλαβα καν να ζητήσω βοήθεια και άρχισα να έχω όλα όσα χρειαζόμουν για να μπορώ να στέκομαι στα πόδια μου: φαγητό, ρούχα, ανθρώπους,, ακόμη και στέγη κι ό,τι άλλο ήταν αναγκαίο για να πορευτώ με αξιοπρέπεια και να αρχίσω να ελπίζω πως τίποτε δεν τελείωσε και πως η ζωή μου έχει συνέχεια και ελπίδα. Άρχισα να βλέπω, να παρατηρώ, να μελετώ και σιγά σιγά να καταλαβαίνω πως πίσω από όλα αυτά δεν βρισκόταν μόνο η φυσική σας καλοσύνη ως Πατέρα και ανθρώπου, αλλά μια απίστευτα μεγάλη προσπάθεια με γερά και βαθιά θεμέλια, που δεν είχε να κάνει με μια τυχόν προσωπική συμπάθεια ή μια απλή ανθρώπινη σχέση, αλλά με ένα τεράστιο και περίπλοκο έργο του οποίου το βάρος κουβαλάτε στους ώμους σας ακούραστα, με υπομονή, με επιμονή, με χαμόγελο, με χαρά και με αισιοδοξία για την συνέχεια.
Άρχισα να καταλαβαίνω πως όλη αυτή η πολύτιμη βοήθεια που εγώ απολάμβανα, δεν δινόταν μόνο σε μένα αλλά σε χιλιάδες άλλους φυλακισμένους, σε εκατοντάδες άλλους αποφυλακισμένους, σε αναρίθμητους ταλαιπωρημένους προσφυγές και ξένους μετανάστες, σε χιλιάδες ανήμπορους πεινασμένους, σε χιλιάδες ανέργους και κατατρεγμένους. Σιγά σιγά άρχισα να καταλαβαίνω πως αυτή η βοήθεια που εγώ απολάμβανα, έκρυβε πίσω της μια τεράστια υποδομή, με δεκάδες ανθρώπους, συνανθρώπους μας, που με προσωπικό κόστος ζωής και όχι μόνο, εργάζονταν σκληρά και με αυταπάρνηση προκειμένου αυτή η ανεκτίμητη βοήθεια να φτάσει σε όσο γίνεται σε πιο πολλούς ανθρώπους που είχαν και έχουν ανάγκη.
Σιγά σιγά άρχισα να καταλαβαίνω και να βλέπω πως αυτή η τιτάνια προσπάθεια ξεπερνούσε τα γεωγραφικά όρια της περιοχής που ο Θεός και η Εκκλησία σας έταξε να υπηρετείτε και έφτανε και φτάνει σε όλη τη χώρα και πολλές φορές και έξω από τα σύνορα αυτής της χώρας! Ένας περίπλοκος και πολύπλοκος μεγάλος οργανισμός, με απίστευτα μεγάλο όγκο δουλειάς, στηριγμένος μόνο στην αγάπη, στον αλτρουισμό και στο χριστιανικό καθήκον των δεκάδων εθελοντών που με χαμόγελο και απίστευτη ψυχική ευγένεια προσφέρουν καθημερινά τις όποιες υπηρεσίες τους σε όλους όσους έχουν την ανάγκη. Μια αγωνιώδης προσπάθεια να μην μείνει ούτε ένας φυλακισμένος χωρίς τα στοιχειώδη, να μην μείνει ούτε ένας αποφυλακισμένος χωρίς τη βασική υποστήριξη για να ξαναρχίσει τη ζωή του. Να μην μείνει ούτε ένας φτωχός χωρίς ρούχα, χωρίς παπούτσια και τόσα αλλά, να μην μείνει ούτε ένας ανήμπορος και άστεγος χωρίς φαγητό και χωρίς έναν ειλικρινή και πολύτιμο λόγο παρηγοριάς και συμπόνιας από όλους εσάς που κουβαλάτε στις πλάτες σας όλο αυτό το έργο.   
 Πατέρα Θεόδωρε, η μεγάλη καθυστέρηση, για λόγους που ξεπερνούν τις δυνατότητές μου και τον σκοπό αυτής της επιστολής, στην τακτοποίηση ενός μικρού αλλά σταθερού εισοδήματος από εργασία, που θα μου επέτρεπε να διαβιώσω αξιοπρεπώς, με έφερε "αντιμέτωπο" με μια "μεγάλη" απόφαση του να λύσω το πρόβλημα της καθημερινής μου τροφής, κατεβαίνοντας μερικά σκαλάκια και μπαίνοντας, μετά και πάλι από δική σας προτροπή, στον χώρο σίτισης που η εκκλησία σας δημιούργησε και διατηρεί, και εκεί μου λύθηκαν και τα υπόλοιπα μυστήρια που ακόμη είχα στο μυαλό μου! Εκεί κατάλαβα πια πως όλο αυτό που ζούσα μέχρι τώρα δεν είναι απλώς μια προσπάθεια να βοηθηθούν κάποιοι ανήμποροι συνάνθρωποί μας. Εκεί κατάλαβα καλά πως δεν πρόκειται για μια προσπάθεια που γίνεται άπλα και μόνο για να γίνεται. Εκεί κατάλαβα καλά πως όλο αυτό είναι μια συνεχής, απλόχερη και μεγάλης διάρκειας, χωρίς ανταλλάγματα, παροχή αγάπης, συμπόνιας, αλτρουισμού, ανθρώπινης αλήθειας, χριστιανικής συναίσθησης και αληθινής αλληλεγγύης. Ο κος Αλέξανδρος, η κα Μαρία, η κα Βασιλική, η κα Άννα, η κα Κατερίνα κι όποιο άλλο όνομα θέλετε να βάλετε στη θέση τους - και τόσοι άλλοι και τόσες άλλες - , είναι η πιο καθαρή και η πιο απλή διαπίστωση όλων των παραπάνω για το τι σημαίνει Αλληλεγγύη.
Το χαμόγελο τους, η σεμνότητα, η ευγένειά, η συμπάθειά, η ακούραστη προσπάθειά, η πίστη στην αξία αυτής της προσπάθειας, είναι τα λίγα που θα μπορούσε να διαπιστώσει κάνεις στο πρόσωπό τους. Με μεγάλο προσωπικό κόστος, με αυταπάρνηση, με πολύτιμο χρόνο που κλέβουν από τις οικογένειές τους, από τα παιδιά τους, από τα εγγόνια τους, από τη ζωή τους, βρίσκονται εκεί και προσφέρουν όχι απλώς φαγητό, αλλά αγάπη, χαμόγελο και ζωή! Δεν τους το ζήτησε κανείς, δεν τους το επέβαλε κανείς, δεν τους πλήρωσε κανείς.  Κάνουν το αυτονόητο: αγαπούν χριστιανικά όλους όσους το έχουν ανάγκη. Αγαπούν χωρίς συνθήκες, ανταλλάγματα, κούραση! Αυτοί και τόσοι άλλοι είναι το μεγάλο μυστικό όλης αυτής της γιγαντιαίας προσπάθειας που γίνεται χρόνια τώρα, κάτω από τα ακούραστα αλλά και χαρούμενα μάτια σας, Πατέρα Θεόδωρε, και κάτω από τα μάτια των όποιων άλλων Πατέρων που εγώ δεν γνωρίζω.       
 Πατέρα Θεόδωρε, κλείνοντας εδώ και λέγοντας σας πως θα μπορούσα να σας γράψω εκατοντάδες άλλα τέτοια που αντιλήφθηκα από τότε που σας γνώρισα, εσάς και τον «Εσταυρωμένο», θέλω να σας εξομολογηθώ κάτι που θεωρώ πως δεν πρέπει να το κρατήσω μόνο για μένα, αλλά να το μοιραστώ και με εσάς: εκεί κάτω, κατεβαίνοντας αυτά τα σκαλάκια, το φαγητό έχει άλλη νοστιμιά, άλλη γεύση. Εκεί κάτω, το φαγητό πρώτα πάει στην ψυχή και ύστερα στο στομάχι...     
Γνωρίζω καλά, Πατέρα Θεόδωρε, πως όλα αυτά είναι λίγα μπροστά σε αυτά που πραγματικά συμβαίνουν σε καθημερινή βάση και που τη φροντίδα των οποίων εσείς έχετε επωμισθεί  ως εκπρόσωπος του Θεού και της Εκκλησίας και ως Άνθρωπος. Γνωρίζω καλά πως αυτά τα λίγα που εγώ αντιλήφθηκα ίσως να μην είναι αρκετά για να αποδώσουν, όσο γίνεται πιο πιστά, αυτό που στην πραγματικότητα συμβαίνει με τον «Εσταυρωμένο», αλλά έστω και αυτά τα λίγα που εδώ προσπαθώ να περιγράψω, είναι ανθρώπινη και προσωπική μου υποχρέωση να τα μαρτυρήσω και να τα καταθέσω δημόσια.
Και τέλος, για κάθε ενδεχόμενο, αφού όλοι μας ζούμε σε ένα κόσμο κουρασμένο, φοβισμένο και καχύποπτο πολλές φορές, καλόν είναι να δηλώσω πεντακάθαρα εδώ, ότι γνωρίζω πλέον καλά, πως δεν έχετε καμιάν ανάγκη και εσείς προσωπικά και οι άλλοι Πατέρες, ούτε από τα δικά μου εύσημα, ούτε από τις δικές μου ευχαριστίες, ούτε από κανενός είδους "λιβάνισμα" ή επιφανειακή και ανόητη κολακεία. Γιατί το όλο σας έργο βοά από μόνο του χρόνια τώρα και το γνωρίζουν καλά όλοι όσοι είναι αποδέκτες των αποτελεσμάτων αυτής της υπεράνθρωπης - ναι δεν θα διστάσω να την αποκαλέσω έτσι – προσπάθειας. Αυτήν που εσείς προσωπικά καθώς και οι άλλοι Πατέρες καταβάλλετε καθημερινά, απλώς κάνοντας το χριστιανικό σας καθήκον, χωρίς έπαρση, χωρίς ανταλλάγματα, χωρίς κούραση και χωρίς άλλες ταπεινές και ασύμβατες για το Σχήμα και για την ψυχή σας "προσδοκίες".
Και επιτρέψτε μου να σας πω εδώ - αίσθηση μου είναι - πως η μόνη ίσως ανθρώπινη ανταμοιβή που απολαμβάνετε για όλα αυτά, είναι ένα σεμνό και απλό χαμόγελο ενός καπεταν Βασίλη κάπου από εκεί ψηλά, και ίσως και μερικά δάκρυα ευγνωμοσύνης από μερικούς συνανθρώπους σας που είχαν την τύχη, σαν απόρροια της ατυχίας τους στη ζωή, να βρεθούν μπροστά σας….
                                                                                                                     Θεωρώ πάρα πολύ σημαντικό, αν μου επιτρέπετε - αυτό μπορώ να κάνω τώρα μόνο -  να ενώσω τη φωνή μου με τη δική σας και όλων των άλλων που ακούραστα εργάζονται γι’ αυτόν τον σκοπό, να βοηθήσουμε όλοι να συνεχιστεί αυτό το έργο, που είναι έργο Θεού και Ανθρωπιάς. Δεν είναι μόνον τα χρήματα ή τα τρόφιμα ή τα ρούχα ή η εθελοντική εργασία ή τα τόσα άλλα. Σπουδαίο εξ ίσου είναι να γνωρίζουν οι άνθρωποι μέσα από μια μας κουβέντα, μια μας λέξη, μια μας ματιά, όλα αυτά που ο «Εσταυρωμένος» προσφέρει με χαρά σε όλους όσους το έχουν ανάγκη. Γιατί όσο πιο πολλοί το γνωρίζουν, τόσο πιο πολύ σίγουρο είναι πως αυτό το έργο θα μεγαλώνει και θα συνεχίσει να προσφέρει.. Σπουδαίο είναι, θεωρώ, να γνωρίζουν και να καταλάβουν όσο γίνεται περισσότεροι συνάνθρωποί μας πως όσο υπάρχει ο «Εσταυρωμένος» και τόσοι άλλοι "Εσταυρωμένοι" -ίσως με άλλα ονόματα- τόσο  σίγουρο είναι πως αυτή η Εκκλησία μας, αυτή η πατρίδα μας, αυτή η κοινωνία μας θα συνεχίσουν να έχουν μέλλον, γιατί θα στηρίζονται γερά στον Θεό και στην αλληλεγγύη των Χριστιανών και όλων των ανθρώπων...
Πατέρα Θεόδωρε, πριν σας ευχαριστήσω για άλλη μια φορά ειλικρινά και από βάθους ψυχής για όλα όσα έχετε κάνει για μένα και για όλους τους άλλους σαν εμένα, και πριν σας πω πως σας ζηλεύω που έχετε τη δύναμη να κουβαλάτε στην ψυχή σας και τον δικό μας πόνο, σας παρακαλώ πολύ, επιτρέψτε μου στο τέλος αυτής της επιστολής που ίσως σας κούρασε, να απευθύνω με τον προσήκοντο σεβασμό, μερικές λέξεις και δυο σύντομες σκέψεις προς τον Σεβασμιώτατο και Προκαθήμενο της Εκκλησίας της περιοχής σας.

Σεβασμιώτατε,   
Έτυχε να σας ακούσω σε έναν σύντομό σας χαιρετισμό, κατά την διάρκεια μιας επίσκεψής σας στις αγροτικές φυλακές Κασσαβετείας, με την ευκαιρία των ημερών των Χριστουγέννων, όπου με έναν λόγο σεμνό και απλό, μας διαβεβαιώνατε πως δεν είμαστε μονοί μας και πως η Εκκλησία πάντα μας σκέπτεται, πάντα κάνει ό,τι μπορεί και πάντα προσεύχεται για εμάς. Σας άκουσα, αφουγκράστηκα τους λόγους σας και θαρρώ πως "κούνησα" ελαφρά και με δόση αρκετής αμφιβολίας την κεφαλή μου, προδήλως σκεφτόμενος πως για άλλη μια φορά έφταναν στα αυτιά μου όμορφες λέξεις, αλλά ίσως κενές ουσιαστικού περιεχομένου για εμένα που ήμουν κρατούμενος...
Σεβασμιώτατε,
Επιτρέψτε μου τώρα να σας ζητήσω ταπεινά και ειλικρινά συγγνώμη και να σας πω πως τώρα  γνωρίζω, και γνωρίζω αρκετά, για να είμαι σε θέση να αντιληφθώ πως εκείνα τα λόγια δεν ήταν κούφια και ούτε πρόχειρα ειπωμένα, απλώς έτσι για να ειπωθούν... Γνωρίζετε σαφώς καλύτερα από εμένα πως όσων η πίστη είναι στα χαμηλά, για διαφόρους λόγους και αιτίες, τόσο πιο εύκολα υποδύονται έναν Θωμά και ζητούν να βάλουν το δάχτυλο τους στον "τύπον των ήλων"... Ειλικρινά σας παρακαλώ να με συγχωρέσετε γι’ αυτό - το ίσως "δικαιολογημένο" για την ψυχική κατάστασή μου τότε - ατόπημα.
Σεβασμιώτατε, κλείνοντας αυτήν την επιστολή προς τον «Εσταυρωμένο», θυμήθηκα κάποια λόγια σας σε μια πολιτιστική εκδήλωση στον Βόλο πριν από μερικές εβδομάδες περίπου, στην οποία ήσασταν προσκεκλημένος. Θυμήθηκα πως είπατε πόσο τυχερός αισθάνεστε που το χριστιανικό σας καθήκον σας έταξε να υπηρετείτε την Εκκλησία και τους ανθρώπους του Βόλου. Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να σας πω πως δεν είστε απλώς τυχερός αλλά είστε διπλά τυχερός!    Είστε τυχερός που στους κόλπους αυτής της Εκκλησίας της οποίας ηγείσθε έχετε ανθρώπους σαν τον Πατέρα Θεόδωρο, σαν τον Πατέρα Στέφανο, σαν τον Πατέρα Χρήστο από τον Αλμυρό, σαν τον Πατέρα Γεώργιο από τα Τρίκαλα, σαν τον Πατέρα Γερβάσιο από τη Θεσσαλονίκη και σαν πολλούς, ίσως, άλλους Πατέρες, των οποίων τα ονόματα δεν γνωρίζω και δεν έτυχε να συναντήσω σε αυτήν μου την προσπάθεια να ξαναμπώ στη ζωή, μα που όλοι τους υπηρετούν με αυτόν τον υπέροχο χριστιανικό και ανθρώπινο τρόπο όλους εμάς που έτυχε να τους γνωρίσουμε και να δεχτούμε την αγάπη τους, τη στοργή τους και την πολύτιμη βοήθειά τους σε μια τόσο δύσκολη καμπή της ζωής μας!                      
Και είστε επίσης τυχερός, που αυτό το ποίμνιο των ανθρώπων του Βόλου βρίσκεται πίσω από όλη αυτή τη θαυμαστή προσπάθεια αλληλεγγύης, ανθρωπιάς και χριστιανικού καθήκοντος προς όλους τους συνανθρώπους ανεξαιρέτως! Τώρα καταλαβαίνω καλά γιατί εκφράσατε την ευχαρίστησή σας για το πόσο τυχερός είστε. Και αυτή τη φορά, ειλικρινά σας λέω πως δεν "κούνησα" την κεφαλή μου και πως δεν χρειάστηκε να υποδυθώ κανέναν «Θωμά» και να ζητήσω να βάλω το δάχτυλό μου στους "ήλους". Τώρα απλώς κοίταξα τους δικούς μου τους "ήλους" και, επιτέλους, είδα το προφανές: πως ο Χριστός είναι παντού! Είτε σαν Εσταυρωμένος είτε σαν καθημερινός άνθρωπος δίπλα μου είτε σαν Πατέρας ειτε σαν Αδελφός μου.
Σεβασμιώτατε,
Ασπάζομαι την δεξιάν σας, ζητώ την ευλογία σας και την προσευχή σας και σας εξομολογούμαι πως, έστω και "αργά", έστω και τώρα, έμαθα να προσεύχομαι όχι μόνο για μένα αλλά και για τους άλλους γύρω μου. Αυτό θα κάνω και για σας, έστω και ίσως ανάξιος, αλλά ίσως να έχετε ακόμη και εσείς ανάγκη και της δικής μου προσευχής, για να μπορέσετε να συνεχίσετε την προσφορά σας.

Ταπεινά και με άπειρες και ειλικρινείς ευχαριστίες,

Με εκτίμηση,
Γ. Π.

▣ Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου